________________________________________________________________________________________________________________________________________

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ / ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ / ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΝΑΟΣ / ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ / ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΑΝ. ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΥ / ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ
________________________________________________________________________________________________________________________________________


5/27/2014

Η ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΠΑΠΑ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ (ΕΛΛΗΝΙΚΑ)


Κ Ο Ι Ν Η  Δ Η Λ Ω Σ Ι Σ 
Ὡς οἱ ἀείμνηστοι προκάτοχοι ἡμῶν Πάπας Παῦλος Στ´ καί Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, οἱ ὁποῖοι συνηντήθησαν εἰς Ἱεροσόλυμα πρό πεντήκοντα ἐτῶν, οὕτω καί ἡμεῖς, Πάπας Φραγκῖσκος καί Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ἀπεφασίσαμεν νά συναντηθῶμεν εἰς τήν Ἁγίαν Γῆν, «ὅπου ὁ κοινός ἡμῶν Λυτρωτής, Χριστός ὁ Κύριος ἡμῶν, ἔζησεν, ἐδίδαξεν, ἀπέθανεν, ἀνέστη καί ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς, ὅθεν ἀπέστειλε τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐπί τῆς πρώτης Ἐκκλησίας»1
1. Ἡ συνάντησις ἡμῶν, μία εἰσέτι συνάντησις τῶν Ἐπισκόπων τῶν Ἐκκλησιῶν Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως, ἱδρυθεισῶν ὑπό τῶν δύο αὐταδέλφων Ἀποστόλων Πέτρου καί Ἀνδρέου, εἶναι πηγή πνευματικῆς χαρᾶς δι᾽ ἡμᾶς. Παρέχει μίαν εὐκαιρίαν ὑπό τῆς Θείας Προνοίας νά σκεφθῶμεν ἐπί τῆς βαθύτητος καί αὐθεντικότητος τῶν ὑφισταμένων δεσμῶν, καρποῦ μιᾶς πλήρους χάριτος πορείας, εἰς τήν ὁποίαν μᾶς ὡδήγησεν ὁ Κύριος ἀπό τῆς εὐλογημένης ἐκείνης ἡμέρας πρό πεντήκοντα ἐτῶν. 
2. Ἡ ἀδελφική ἡμῶν συνάντησις σήμερον εἶναι ἕν νέον καί ἀναγκαῖον βῆμα εἰς τήν πορείαν πρός τήν ἑνότητα, πρός τήν ὁποίαν μόνον τό Ἅγιον Πνεῦμα δύναται νά μᾶς ὁδηγήσῃ, ἐκείνην τῆς κοινωνίας ἐν νομίμῳ ποικιλίᾳ. Ἀναλογιζόμεθα μετά βαθείας εὐγνωμοσύνης τά βήματα, τά ὁποῖα ὁ Κύριος μᾶς ἐνίσχυσεν ἤδη νά πραγματοποιήσωμεν. Ὁ ἐναγκαλισμός ὁ ὁποῖος ἀντηλλάγη μεταξύ τοῦ Πάπα Παύλου Στ´ καί τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου ἐδῶ εἰς τήν Ἱερουσαλήμ, μετά ἀπό αἰῶνας σιωπῆς, ἤνοιξε τόν δρόμον διά μίαν ἱστορικήν χειρονομίαν, τήν ἐξάλειψιν ἀπό τήν μνήμην καί ἀπό τοῦ μέσου τῆς Ἐκκλησίας τῶν πράξεων τῶν ἀμοιβαίων ἀναθεμάτων τοῦ 1054. Τοῦτο ἀκολούθησεν ἡ ἀνταλλαγή ἐπισκέψεων μεταξύ τῶν ἀντιστοίχων Ἑδρῶν Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ἀλληλογραφία καί, ἀργότερον, ἡ ἀπόφασις, ἡ ὁποία ἀνηγγέλθη ὑπό τῶν ἀοιδίμων Πάπα Ἰωάννου Παύλου Β´ καί Πατριάρχου Δημητρίου, ὅπως ἀρχίσῃ θεολογικός διάλογος ἀληθείας μεταξύ Ρωμαιοκαθολικῶν καί Ὀρθοδόξων. Κατά τά ἔτη ταῦτα, ὁ Θεός, ἡ πηγή πάσης εἰρήνης καί ἀγάπης, μᾶς ἐδίδαξε νά σεβώμεθα ἀλλήλους ὡς μέλη τῆς χριστιανικῆς οἰκογενείας, ὑπό τόν ἕνα Κύριον καί Σωτῆρα Ἰησοῦν Χριστόν καί νά ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὥστε νά δυνηθῶμεν νά ὁμολογήσωμεν τήν πίστιν μας εἰς τό ἴδιον Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, ὅπως παρελήφθη ὑπό τῶν Ἀποστόλων καί ἐξεφράσθη καί μετεδόθη εἰς ἡμᾶς ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνῷ γνωρίζομεν πλήρως ὅτι δέν ἔχομεν φθάσει εἰς τόν σκοπόν τῆς πλήρους κοινωνίας, ἐπιβεβαιοῦμεν σήμερον τήν δέσμευσίν μας νά συνεχίσωμεν βαδίζοντες ἀπό κοινοῦ πρός τήν ἑνότητα, διά τήν ὁποίαν προσηυχήθη ὁ Κύριος πρός τόν Πατέρα «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν» (Ἰωάν. 17,21).
3. Ἐν πλήρει συνειδήσει ὅτι ἡ ἑνότης ἐκδηλοῦται ἐν τῇ ἀγάπῃ τοῦ Θεοῦ καί τῇ ἀγάπῃ τοῦ πλησίον, προσβλέπομεν ἐν ἐντόνῳ προσδοκίᾳ εἰς τήν ἡμέραν, κατά τήν ὁποίαν θά μετάσχωμεν, τελικῶς, ἀπό κοινοῦ εἰς τό εὐχαριστιακόν δεῖπνον. Ὡς χριστιανοί, καλούμεθα νά ἑτοιμασθῶμεν νά λάβωμεν τό δῶρον τοῦτο τῆς Εὐχαριστιακῆς κοινωνίας, συμφώνως πρός τήν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Είρηναίου τοῦ Λουγδούνου2, διά τῆς ὁμολογίας τῆς μιᾶς πίστεως, ἐμμένοντες ἐν τῇ προσευχῇ, τῇ ἐσωτερικῇ μετανοίᾳ, τῇ ἀνακαινώσει τῆς ζωῆς καί τῷ ἀδελφικῷ διαλόγῳ. Διά τῆς κατορθώσεως τοῦ ἐλπιζομένου τούτου στόχου, θά φανερώσωμεν εἰς τόν κόσμον τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, διά τῆς ὁποίας ἀναγνωριζόμεθα ὡς ἀληθινοί μαθηταί τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (πρβλ. Ἰωαν. 13, 35). 
4. Πρός τόν σκοπόν αὐτόν, ὁ θεολογικός διάλογος, τόν ὁποῖον ἔχει ἀναλάβει ἡ Μικτή Διεθνής Ἐπιτροπή, προσφέρει θεμελιώδη συμβολήν εἰς τήν προσπάθειαν διά πλήρη κοινωνίαν μεταξύ Ρωμαιοκαθολικῶν καί Ὀρθοδόξων. Κατά τήν διάρκειαν τῶν χρόνων, οἱ ὁποῖοι ἠκολούθησαν, ἐπί τῶν Παπῶν Ἰωάννου Παύλου Β´ καί Βενεδίκτου ΙΣΤ´, καί Πατριάρχου Δημητρίου, ἡ πρόοδος τῶν θεολογικῶν συναντήσεων ὑπῆρξεν οὐσιαστική. Σήμερον ἐκφράζομεν τήν ἐγκάρδιον ἐκτίμησιν διά τά μέχρι τώρα ἐπιτευχθέντα, καθώς καί διά τάς τρεχούσας προσπαθείας. Ταῦτα οὐδόλως ἀποτελοῦν ἁπλῆν θεωρητικήν ἄσκησιν, ἀλλ᾽ ἄσκησιν ἐν τῇ ἀληθείᾳ καί τῇ ἀγάπῃ, ἡ ὁποία ἀπαιτεῖ διαρκῶς βαθυτέραν γνῶσιν τῶν παραδόσεων ἑνός ἑκάστου, διά νά κατανοήσωμεν αὐτάς καί νά μάθωμεν ἐξ αὐτῶν. Οὕτω, βεβαιοῦμεν διά μίαν εἰσέτι φοράν ὅτι ὁ θεολογικός διάλογος δέν ἐπιζητεῖ ἕνα ἐλάχιστον κοινόν παρανομαστήν, ἐπί τοῦ ὁποίου νά ἐπιτευχθῇ συμβιβασμός, ἀλλά πρόκειται μᾶλλον περί τῆς ἐμβαθύνσεως εἰς τήν κατανόησιν συνόλου τῆς ἀληθείας, τήν ὁποίαν ὁ Χριστός παρέδωκεν εἰς τήν Ἐκκλησίαν Του, μιᾶς ἀληθείας, τήν ὁποίαν οὐδέποτε παύομεν νά κατανοῶμεν καλλίτερον καθώς ἀκολουθοῦμεν τάς ὁδηγίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οὕτω, βεβαιοῦμεν ἀπό κοινοῦ ὅτι ἡ πιστότης μας εἰς τόν Κύριον ἀπαιτεῖ ἀδελφικήν συνάντησιν καί ἀληθῆ διάλογον. Μία τοιαύτη ἀναζήτησις δέν μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀλήθειαν• μᾶλλον, διά τῆς ἀνταλλαγῆς τῶν δωρεῶν, διά τῆς καθοδηγήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θά μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν (πρβλ. Ἰω. 16, 13).


5. Παρά ταῦτα, καθώς πορευόμεθα πρός τήν πλήρη κοινωνίαν ἔχομεν ἤδη τό καθῆκον νά προσφέρωμεν κοινήν μαρτυρίαν τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους συνεργαζόμενοι εἰς τήν ὑπηρεσίαν τῆς ἀνθρωπότητος, ἰδιαιτέρως διά τῆς ὑπερασπίσεως τῆς ἀξιοπρεπείας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου εἰς ὅλα τά στάδια τῆς ζωῆς καί τῆς ἁγιότητος τῆς οἰκογενείας τεθεμελιωμένης ἐπί τοῦ γάμου, τῆς προωθήσεως τῆς εἰρήνης καί τοῦ κοινοῦ καλοῦ, καί διά τῆς ἀνταποκρίσεως εἰς τήν ὀδύνην, ἡ ὁποία ἐξακολουθεῖ νά πλήττῃ τόν κόσμον μας. Ἀναγνωρίζομεν ὅτι ἡ πεῖνα, ἡ πτωχεία, ἡ ἀμάθεια, ἡ ἄνισος διανομή τῶν ἀγαθῶν πρέπει συνεχῶς νά ἀντιμετωπίζωνται. Ἀποτελεῖ καθῆκον μας νά ἐπιζητῶμεν τήν οἰκοδόμησιν ἀπό κοινοῦ μιᾶς δικαίας καί ἀνθρωπίνης κοινωνίας, εἰς τήν ὁποίαν κανείς δέν θά αἰσθάνεται ἀποκλεισμένος καί περιθωριοποιημένος. 
6. Εἶναι βαθεῖα πεποίθησίς μας ὅτι τό μέλλον τῆς ἀνθρωπίνης οἰκογενείας ἐξαρτᾶται ἐπίσης ἀπό τό πῶς προστατεύομεν -μετά συνέσεως καί συμπαθείας καί μετά δικαιοσύνης- τό δῶρον τῆς κτίσεως, τό ὁποῖον ὁ Δημιουργός μᾶς ἐνεπιστεύθη. Οὕτως, ἀναγνωρίζομεν ἐν μετανοίᾳ τήν ἐσφαλμένην κακομεταχείρισιν τοῦ πλανήτου μας, ἡ ὁποία ἰσοδυναμεῖ πρός ἁμαρτίαν εἰς τά ὄμματα τοῦ Θεοῦ. Βεβαιοῦμεν τήν εὐθύνην μας καί τήν ὑποχρέωσίν μας νά ἀναπτύξωμεν αἴσθημα ταπεινότητος καί ἐγκρατείας, ὥστε ὅλοι νά δύνανται νά αἰσθάνωνται τήν ἀνάγκην νά σέβωνται τήν δημιουργίαν καί νά τήν προστατεύουν μέ φροντίδα. Ἀπό κοινοῦ ὑποσχόμεθα τήν δέσμευσίν μας νά καλλιεργήσωμεν τήν συνείδησιν τῆς φροντίδος διά τήν δημιουργίαν καί τήν μέριμναν διά τήν προστασίαν της, ἐν ὄψει τῆς ἀρνήσεως καί τῆς ἀγνοίας• ἀπευθυνόμεθα πρός πάντα ἄνθρωπον καλῆς θελήσεως νά σκεφθῇ τρόπους διαβιώσεως ὀλιγώτερον σπατάλους καί περισσότερον λιτούς, ἐπιδεικνύοντες μικροτέραν πλεονεξίαν καί περισσοτέραν γενναιοδωρίαν διά τήν προστασίαν τοῦ κόσμου τοῦ Θεοῦ καί πρός ὄφελος τοῦ λαοῦ Του. 
7. Ὑπάρχει ἐπίσης ἐπείγουσα ἀνάγκη δι᾽ ἀποτελεσματικήν καί δεσμευτικήν συνεργασίαν τῶν χριστιανῶν πρός τόν σκοπόν τῆς ἐξασφαλίσεως παντοῦ τοῦ δικαιώματος τῆς δημοσίας ἐκφράσεως τῆς πίστεως καί τῆς δικαίας μεταχειρίσεως κατά τήν προώθησιν ἐκείνου, τό ὁποῖον ὁ Χριστιανισμός ἐξακολουθεῖ νά προσφέρῃ εἰς τήν σύγχρονον κοινωνίαν καί τόν πολιτισμόν. Ἐπ᾽ αὐτοῦ, καλοῦμεν ὅλους τούς χριστιανούς νά προωθήσουν αὐθεντικόν διάλογον μετά τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, τοῦ Ἰσλάμ καί ἄλλων θρησκευτικῶν παραδόσεων. Ἀδιαφορία καί ἄγνοια δύνανται νά ὁδηγήσουν μόνον εἰς ἔλλειψιν ἐμπιστοσύνης καί δυστυχῶς ἀκόμη καί εἰς σύγκρουσιν. 
8. Ἀπό τήν ἁγίαν ταύτην πόλιν τῆς Ἱερουσαλήμ ἐκφράζομεν τήν κοινήν μας βαθεῖαν ἀνησυχίαν διά τήν κατάστασιν τῶν χριστιανῶν τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καί τό δικαίωμά των νά παραμένουν πλήρεις πολῖται τῶν χωρῶν καταγωγῆς των. Ἐν ἐμπιστοσύνῃ στρεφόμεθα πρός τόν παντοδύναμον καί φιλεύσπλαχνον Θεόν προσευχόμενοι διά τήν εἰρήνην εἰς τήν Ἁγίαν Γῆν καί τήν Μέσην Ἀνατολήν ἐν γένει. Ἰδιαιτέρως προσευχόμεθα διά τάς Ἐκκλησίας εἰς τήν Αἴγυπτον, τήν Συρίαν καί τό Ἰράκ, αἱ ὁποῖαι ὑπέφεραν περισσότερον σοβαρῶς ἐξ αἰτίας τῶν προσφάτων γεγονότων. Ἐνθρρύνομεν ὅλας τάς πλευράς ἀνεξαρτήτως θρησκευτικῶν πεποιθήσεων νά συνεχίσουν ἐργαζόμενοι διά τήν καταλλαγήν καί τήν δικαίαν ἀναγνώρισιν τῶν δικαιωμάτων τῶν λαῶν. Εἴμεθα πεπεισμένοι ὅτι δέν εἶναι τά ὅπλα, ἀλλά ὁ διάλογος, ἡ συγχώρησις καί ἡ καταλλαγή, τά μόνα δυνατά μέσα διά τήν ἐπίτευξιν τῆς εἰρήνης. 
9. Εἰς μίαν ἱστορικήν συγκυρίαν χαρακτηριζομένην ἀπό βίαν, ἀδιαφορίαν καί ἐγωϊσμόν, πολλοί ἄνδρες καί γυναῖκες σήμερον αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν χάσει τόν προσανατολισμόν των. Ἀκριβῶς διά τῆς κοινῆς μαρτυρίας μας πρός τήν καλήν ἀγγελίαν τοῦ Εὐαγγελίου θά ἠδυνάμεθα νά βοηθήσωμεν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας νά ἀνακαλύψουν τόν δρόμον, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ εἰς τήν ἀλήθειαν, τήν δικαιοσύνην καί τήν εἰρήνην. Ἡνωμένοι εἰς τάς προθέσεις μας καί ἀναμιμνησκόμενοι τό παράδειγμα πρό πεντήκοντα ἐτῶν ἐδῶ εἰς τήν Ἱερουσαλήμ τοῦ Πάπα Παύλου Στ´ καί τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, καλοῦμεν ὅλους τούς χριστιανούς, καθώς καί πιστούς κάθε θρησκευτικῆς παραδόσεως καί ὅλους τούς ἀνθρώπους καλῆς θελήσεως, νά ἀναγνωρίσουν τό ἐπεῖγον τῆς ὥρας ταύτης, τό ὁποῖον μᾶς ὑποχρεώνει νά ἐπιζητήσωμεν τήν καταλλαγήν καί ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης οἰκογενείας, μέ πλήρη σεβασμόν πρός τάς νομίμους διαφοράς, διά τό καλόν ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος καί τῶν γενεῶν τοῦ μέλλοντος. 
10. Ἀναλαμβάνοντες τό κοινόν προσκύνημα εἰς τόν τόπον ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἐσταυρώθη, ἐτάφη καί ἀνέστη, πάλιν, ταπεινῶς παραθέτομεν εἰς τήν μεσιτείαν τῆς Παναγίας καί Ἀειπαρθένου Μαρίας τά μελλοντικά ἡμῶν βήματα εἰς τήν ὁδόν πρός τήν πληρότητα τῆς κοινωνίας, ἐμπιστευόμενοι ὁλόκληρον τήν ἀνθρωπίνην οἰκογένειαν εἰς τήν ἄπειρον ἀγάπην τοῦ Θεοῦ. «Εὐλογήσαι ὑμᾶς Κύριος καί φυλάξαι ὑμᾶς• ἐπιφάναι Κύριος τό πρόσωπον αὐτοῦ ἐφ᾽ ὑμᾶς καί ἐλεήσαι ὑμᾶς καί δώῃ ὑμῖν εἰρήνην (Ἀριθμ. 6, 25-26)».

Ὁ Πάπας Ρώμης                                     Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης

Φραγκῖσκος                                   Ὁ Κωνσταντινούπολεως Βαρθολομαῖος
                                                 
 _______________________________________
1. Κοινόν ἀνακοινωθέν Πάπα Παύλου Στ´ καί Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, δημοσιευθέν μετά τήν συνάντησίν των τῆς 6ης Ἰανουαρίου 1964. 
2. Κατά Αἱρέσεων, IV, 18, 5 (PG 7, 1028)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts with Thumbnails